Tweets by @KonnosPoulis Follow @KonnosPoulis

Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

Ο πολιτικός Όσκαρ Ουάιλντ: αλληλεγγύη και συμπόνια


[1]

«Θὰ ἔλεγα ὅτι δὲν εἶμαι ἁπλῶς σοσιαλιστής.
Εἶμαι κάτι σὰν ἀναρχικός, νομίζω.
Ἀλλὰ ἡ πολιτικὴ τῶν ἐκρηκτικῶν εἶναι παράλογη».[2]
Ὄ. Οὐάιλντ








Ἀκούγοντας κανεὶς τὸ παράθεμα αὐτὸ ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ περίφημου αἰσθητῆ, τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ λουλούδι στὴ μπουτονιέρα καὶ τὸ δόγμα τῆς «τέχνης γιὰ τὴν τέχνη» ὡς μότο, νομίζει πὼς πρόκειται γιὰ ἕνα ἀκόμη εὐφυολόγημα, ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ὁ Οὐάιλντ συνήθιζε. Τὸ ἐνδιαφέρον του ὅμως γιὰ τὴν πολιτικὴ εἶναι τεκμηριωμένο στὴ βιβλιογραφία ἐδῶ καὶ δεκαετίες, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ σύνδεσή του μὲ τὸν ἀναρχικὸ χῶρο. Μετὰ τὸ βιβλίο ποὺ τοῦ ἀφιέρωσε ὁ Γοῦντκοκ, βιογράφος τοῦ Κροπότκιν καὶ ἱστορικὸς τοῦ ἀναρχικοῦ κινήματος, ὑπάρχει πληθώρα σχετικῶν μελετῶν καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Οὐάιλντ περιλαμβάνεται σὲ ἀρκετὲς ἱστορίες τῆς ἀναρχικῆς διανόησης τοῦ 19ου αἰώνα, φτάνοντας μέχρι τὴν πιὸ πρόσφατη μελέτη τῆς Σ. Ἔλτις, ποὺ ἀναζωογονεῖ τὴ συζήτηση προσθέτοντας ἐντυπωσιακὸ πλοῦτο πληροφοριῶν.[3] Φαίνεται ὅτι ὑπάρχουν ἀρκετὰ στοιχεῖα –ἐκτὸς φυσικὰ ἀπὸ τὸ γνωστὸ δοκίμιό του γιὰ τὸν σοσιαλισμό– γιὰ νὰ ὑποστηρίξουμε ὅτι δίπλα στὸν Οὐάιλντ τοῦ αἰσθητισμοῦ, τῆς παρακμῆς, τοῦ ἰρλανδικοῦ πατριωτισμοῦ, τοῦ καθολικισμοῦ, δίπλα στὸν ὁμοφυλόφιλο μάρτυρα καὶ ὅλα τὰ ἑρμηνευτικὰ προσωπεῖα ποὺ ἔχουν κυριαρχήσει στὰ περισσότερα ἀπὸ δεκατρεῖς χιλιάδες σχετικὰ ἄρθρα καὶ βιβλία ποὺ ἔχουν δημοσιευτεῖ ἀπὸ τὸ 1900 μέχρι σήμερα,[4] ὑπάρχει ἕνας Οὐάιλντ πολιτικός, γιὰ τὴν ἀκρίβεια ἀναρχικός· μόνο ποὺ ἡ ἔγνοια του γιὰ τὴ μοίρα τῶν ταπεινωμένων καὶ καταφρονεμένων εἶχε μιὰ τροπὴ τελείως ἀναπάντεχη. Ἐπισκίασε αὐτὴ τὴν εὐαισθησία μὲ τὸν πιὸ ἀνάλαφρο καὶ παιγνιώδη κυνισμὸ στὰ γνωστότερα ἔργα του, κι ὅμως συνάμα ἐπέφερε μιὰ καταστροφὴ στὸν ἑαυτό του ἡ ὁποία τὸν δίδαξε τὸν πόνο ἀπὸ πρῶτο χέρι, μέχρι τὴ φυλακὴ καὶ τὸ κάτεργο, καὶ μέχρι τὴν ἀπομόνωση ἀπὸ τὴν κοινωνία καὶ τὴν οἰκογένειά του. Ἡ μέριμνα αὐτή, ποὺ παραμερίστηκε ἀπὸ τὴ λάμψη τοῦ διαβόητου δανδῆ, εἶχε ὡστόσο μιὰ σταθερὴ παρουσία στὸ περιθώριο τῆς ζωῆς καὶ τῆς τέχνης του καὶ ἔμελλε νὰ κυριαρχήσει στὴ σκέψη του ὅταν θὰ ξανάπιανε τὸ μολύβι γιὰ νὰ γράψει τὸ De Profundis στὴ φυλακή, ὡς τσακισμένος ἄνθρωπος.
Ἡ πολιτικὴ εὐαισθησία γιὰ τὴν ὁποία μιλήσαμε διαπνέει ὄχι μόνο ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ γραπτά του ἀλλὰ καὶ χαρακτηριστικὲς χειρονομίες. Ὁ Μπ. Σώ, παρὰ τὴν κοινὴ καταγωγή, εἶχε σοβαρὲς ἰδιοσυγκρασιακὲς διαφορὲς μὲ τὸν Οὐάιλντ.[5] Τὸν θεωροῦσε τὸν τύπο τοῦ δουβλινέζου σνὸμπ μὲ τὸν ὁποῖον δὲ θὰ ἔκανε ποτὲ παρέα. Τὸ γεγονὸς ποὺ τὸν ἔκανε νὰ δηλώνει ὅτι ἄλλαξε γιὰ πάντα τὴν ἄποψή του ἦταν μία ὑπογραφή. Προσπάθησε νὰ συγκεντρώσει ὑπογραφὲς διαμαρτυρίας ἀπὸ προσωπικότητες τῆς Ἀγγλίας ἐνάντια στὴ σύλληψη καὶ καταδίκη σὲ θάνατο κάποιων ἀναρχικῶν ποὺ εἶχαν συλληφθεῖ στὴν ἐξέγερση τῆς πρωτομαγιᾶς τοῦ 1886 στὸ Σικάγο[6] καὶ ἔλεγε μετὰ ὅτι ἡ μόνη ὑπογραφὴ ποὺ κατάφερε νὰ ἐξασφαλίσει ἐκτὸς τῆς Σοσιαλιστικῆς Ἔνωσης ἦταν αὐτὴ τοῦ Ὄσκαρ Οὐάιλντ. Γνωρίζουμε –μεταξὺ ἄλλων καὶ ἀπὸ τὴν ἀπροθυμία τῶν ὑπολοίπων ἀλλὰ ὄχι μόνο– ὅτι ἡ ὑπογραφὴ αὐτὴ δὲν ἦταν ἁπλὴ ὑπόθεση.[7]
Ἕνα ἀκόμη χαρακτηριστικὸ περιστατικὸ ἦταν ἡ ἱστορία τοῦ Τζὼν Μπάρλας, συμφοιτητῆ τοῦ Οὐάιλντ ἀπὸ τὴν Ὀξφόρδη –μᾶλλον ἀσταθοῦς ἰδιοσυγκρασίας, ποὺ ἐτελεύτησε σὲ ἄσυλο– ὁ ὁποῖος φυλακίστηκε ἀφοῦ πυροβόλησε πέντε φορὲς ἔξω ἀπὸ τὸ ἀνάκτορο τοῦ Οὐέστμινστερ. Ὅταν τὸν πλησίασε ἕνας ἀστυνομικός, ὁ Μπάρλας τοῦ ἔδωσε τὸ ὅπλο καὶ εἶπε: «Εἶμαι ἀναρχικὸς καὶ εἶχα σκοπὸ νὰ σᾶς πυροβολήσω, ἀλλὰ μετὰ σκέφτηκα ὅτι εἶναι κρίμα νὰ πυροβολήσεις ἕναν τίμιο ἄνθρωπο. Ἤθελα νὰ δείξω τὴν περιφρόνησή μου γιὰ τὴ Βουλὴ τῶν Κοινοτήτων».[8] Ὁ Οὐάιλντ ἐγγυήθηκε γιὰ νὰ τὸν βγάλει ἀπὸ τὴ φυλακὴ καὶ τοῦ ἔγραψε ἀργότερα ὅτι ἔκανε ἀκριβῶς ὅ,τι θὰ ἔκανε κι ἐκεῖνος, ἀφοῦ «ἐμεῖς οἱ ποιητὲς καὶ οἱ ὀραματιστὲς εἴμαστε ἀδέρφια».[9]
Ὁ κατάλογος τῶν περιστατικῶν θὰ μποροῦσε νὰ συνεχιστεῖ κι ἄλλο καὶ νὰ συμπεριλάβει ἕναν ­πλατὺ καὶ ἀνθεκτικὸ στὸν χρόνο κύκλο φίλων καὶ γνωστῶν ἀπὸ τὸν ἀναρχικὸ χῶρο τῆς ἐποχῆς. Ὑπῆρξε φίλος μὲ τὸν «Στέπνιακ» (Σεργκέι Κραβτσίνσκι), ὁ ὁποῖος εἶχε σκοτώσει τὸν Μέζεντσεφ, ἀρχηγὸ τῆς ρωσικῆς μυστικῆς ἀστυνομίας·[10] μὲ τὸν ἀναρχικὸ θεωρητικὸ Οὐίλλιαμ Μόρις, τοῦ ὁποίου εἶχε παρακολουθήσει διαλέξεις καὶ γνώριζε τὸ ἔργο του·[11] μὲ τὸν Φελὶξ Φενεόν, ἐκδότη τοῦ περιοδικοῦ Revue Indépendente, ὀργάνου ἔκφρασης ἀνατρεπτικῶν ἰδεῶν τόσο στὴν τέχνη ὅσο καὶ στὴν πολιτική (ὁ ὁποῖος, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ νὰ διευθύνει τὴ Revue Indépendente, εἶχε ἀνατινάξει ἕνα ἐστιατόριο πολυτελείας στὸ Παρίσι).[12] Ὁ Ἀντὸλφ Ρετέ, ποὺ διόρθωσε τὰ Γαλλικὰ τοῦ Οὐάιλντ στὴν πρώτη γραφὴ τῆς Σαλώμης, εἶχε ἐπίσης συλληφθεῖ ὡς ἀναρχικός. Τὸ πρόγραμμα τῆς Σαλώμης εἶχε σχεδιάσει ὁ Τουλοὺζ Λωτρέκ, ποὺ συνδεόταν μὲ τὴ σειρά του μὲ τὸν ἴδιο κύκλο[13] –σὲ μιὰ περίοδο μάλιστα ποὺ δὲν εἶχαν μείνει πολλοὶ φίλοι δίπλα στὸν Οὐάιλντ, μετὰ τὴν καταδίκη του– καὶ τὸν εἶχε ζωγραφίσει μαζὶ μὲ τὸν Φενεόν. Τέλος, ὁ Οὐάιλντ περιέγραφε τὸν Κροπότκιν ὡς τὸν τελειότερο ἄνθρωπο ποὺ εἶχε δεῖ, ὡς ἕναν σύγχρονο Χριστό.[14]
Τὸ πιὸ χαρακτηριστικὸ πολιτικό του κείμενο εἶναι τὸ Ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ στὸν σοσιαλισμό[15] (μεταφρασμένο ἤδη τὸ 1901 σὲ τέσσερις γλῶσσες).[16] Ἔχει ἐπανειλημμένα ἐπισημανθεῖ ὅτι, παρὰ τὸν τίτλο του, τὸ κείμενο αὐτὸ συντάσσεται μὲ τὴν κριτικὴ ποὺ γινόταν στὸν σοσιαλισμὸ ἀπὸ ἀναρχικοὺς στοχαστὲς τῆς βικτωριανῆς ἐποχῆς,[17] προβλέποντας τὶς ὁλοκληρωτικὲς τάσεις τοῦ σοσιαλισμοῦ καὶ ὑπερασπιζόμενο μιὰ σύνθεση σοσιαλισμοῦ καὶ ἀτομικισμοῦ ποὺ δὲν ἦταν ἄγνωστη στοὺς ἀναρχικοὺς συγγραφεῖς τῆς περιόδου.[18] (Εἶναι χαρακτηριστικὰ οὐαϊλδικὴ ἡ φράση πὼς «νὰ κάνεις τοὺς ἀνθρώπους σοσιαλιστὲς δὲν εἶναι δύσκολο· δύσκολο εἶναι νὰ κάνεις τὸν σοσιαλισμὸ ἀνθρώπινο».)[19] Ὁ Κροπότκιν ἀναφερόταν σ’ αὐτὸ ὡς «τὸ ἄρθρο ποὺ ἔγραψε ὁ Οὐάιλντ γιὰ τὴν ἀναρχία», στὸ ὁποῖο ὑπάρχουν «προτάσεις ποὺ ἀξίζουν νὰ γίνουν ἐπιγραφές, ὅπως χαράσσουν στὶς μουσουλμανικὲς χῶρες στίχους ἀπὸ τὸ Κοράνι».[20] Στὴν Ἀνθρώπινη ψυχὴ στὸν σοσιαλισμὸ ὁ Οὐάιλντ ὑπερασπίζεται μιὰ κοινωνικὴ χειραφέτηση ποὺ κρατάει ἀποστάσεις ἀπὸ τὴ συντριπτικὴ ὑποταγὴ στὴν ὁμάδα, ὥστε νὰ παρέχεται ἡ δυνατότητα νὰ ἀναπτυχθοῦν στὸ ἔπακρο οἱ ἀτομικὲς δεξιότητες. Ἡ ἀληθινὴ πραγμάτωση τῆς οὐσίας τοῦ ἀτόμου ταυτίζεται μὲ τὴν ἀπεριόριστη ἐκδίπλωση τῆς ἀτομικότητας, ποὺ ἔβρισκε τὴν ἰδανική της ἔκφραση στὸ πρόσωπο τοῦ καλλιτέχνη. Χωρὶς νὰ εἶναι τῆς ὥρας ἡ σχετικὴ συζήτηση, ἡ ἐπισήμανση γιὰ τὴ συντριβὴ τῆς ἀτομικότητας στὸν σοσιαλισμὸ ἀποτελεῖ σημεῖο κριτικῆς καίριας καὶ διορατικῆς. Ἡ τέχνη τοῦ εὐφυολογήματος, ποὺ ἔκανε τὸν Οὐάιλντ τόσο ἀγαπητὸ στὸ κοινό, παραγκώνισε μιὰ ἀρετὴ πολὺ πιὸ σημαντική, ποὺ τὴν εἶχε ἐντοπίσει ἤδη ὁ Μπόρχες: ὅτι ὁ Οὐάιλντ ἔχει σχεδὸν πάντα δίκιο καὶ τὸ δοκίμιο γιὰ τὸν σοσιαλισμὸ δὲν εἶναι μόνο γλαφυρὸ ἀλλὰ καὶ εὔστοχο.[21] Στὸ δοκίμιο αὐτὸ μιλοῦσε ἀκόμα γιὰ τὴν ἀξία τῆς ἀνυπακοῆς καὶ τῆς οὐτοπίας, ἔλεγε προκλητικὰ πὼς ἡ πηγὴ τοῦ ἐγκλήματος εἶναι ἡ ἀνέχεια καί –σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν Ντοστογιέφσκι, ποὺ εἰρωνευόταν τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦν ὅλην τὴν ἀνθρωπότητα ἀλλὰ κανέναν ἄνθρωπο χωριστά, καὶ ποτὲ δὲ δίνουν ἐλεημοσύνη– ἔλεγε πὼς καλύτερα εἶναι νὰ ἁρπάζει κανεὶς παρὰ νὰ ζητιανεύει, καὶ πὼς μόνο μὲ τὴ δύναμη οἱ ἀδικημένοι θὰ πάρουν αὐτὰ ποὺ τοὺς ἀξίζουν· δὲν εἶχε σὲ καμία ὑπόληψη «τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν πλουσίων».[22]
Τὸ ζήτημα εἶναι κρίσιμο γιὰ ὅσα θὰ ἀκολουθήσουν σὲ σχέση μὲ τὴ συμπόνια: Ἡ μαρξιστικὴ ἀντιπάθεια πρὸς τὴν ἠθικὴ ἐπιχειρηματολογία μπορεῖ μὲν νὰ ἐξηγήσει τὴ στάση τοῦ ἀμυνόμενου ποὺ ὑπερασπίζεται τὸ ψωμί του, ἀλλὰ δὲν ἐξηγεῖ γιατί νὰ νοιάζεται κανεὶς τὸν διπλανό του· δὲν ἐξηγεῖ κὰν τὸ πάθος τοῦ ἴδιου τοῦ Μὰρξ ἐναντίον τῆς ἀδικίας. Ἡ ἔσχατη συνέπεια τῆς ἄποψης ποὺ λέει πὼς ἡ συμπόνια εἶναι πολιτικὰ ἀδιάφορη, εἶναι ἡ ἱστορία τῆς Ἀπόφασης τοῦ Μπρέχτ: τρεῖς καθοδηγητὲς ἐπισκέπτονται τὴν Κίνα τὴ δεκαετία τοῦ 1920 προκειμένου νὰ ὀργανώσουν ἐκεῖ τὴν ἐπανάσταση. Ὁ ἕνας τους λυπᾶται τοὺς ἐργάτες ποὺ δουλεύουν χωρὶς ἀρβύλες καὶ προτείνει νὰ τοὺς δώσουν. Οἱ ἄλλοι δύο τοῦ ἀντιτείνουν πὼς κάτι τέτοιο θὰ ἀνακούφιζε τὸν πόνο τους, ἀλλὰ θὰ μαλάκωνε καὶ τὴ δυσαρέσκειά τους γιὰ τὸ καθεστώς, λοιπὸν ἡ συμπόνια του θὰ ἦταν τελικὰ ἐπιζήμια γιὰ τὴν ἐπανάσταση. Στὸ θεατρικὸ τοῦ Μπρὲχτ ὁ πονόψυχος ἀγκιτάτορας ἐκτελεῖται καὶ τὸ ἔργο μένει γιὰ πολλὲς δεκαετίες στὸ συρτάρι. Ὁ Οὐάιλντ εἶχε τὴν ἀτυχία νὰ ἀναγκαστεῖ νὰ ξανασκεφτεῖ τὸ θέμα τῆς συμπόνιας μέσα σὲ συνθῆκες πολὺ διαφορετικές, γιὰ τὶς ὁποῖες θὰ μιλήσουμε παρακάτω.
Μὲ βάση τὶς πληροφορίες αὐτὲς γιὰ τὶς νεανικὲς συμπάθειες τοῦ συγγραφέα, τὸ γεγονὸς ὅτι ἀφιέρωσε τὸ πρῶτο του θεατρικὸ ἔργο, Βέρα ἡ μηδενίστρια, στοὺς Ρώσους μηδενιστὲς δὲν εἶναι τόσο ἀπομονωμένο ὅσο ἴσως φαντάζει μὲ μιὰ πρώτη ματιά. Ἡ ἐποχὴ αὐτὴ ἦταν ἀπὸ τὶς πιὸ συναρπαστικὲς γιὰ νὰ δεῖ κανεὶς τί μπορεῖ νὰ σημαίνει ἡ ἀλληλεγγύη στὴν πράξη. Μὲ τὸ κίνημα «πρὸς τὸν λαὸ» οἱ ἐπαναστάτες, συχνὰ φοιτητὲς καὶ δάσκαλοι, ἔφευγαν καὶ πήγαιναν νὰ μείνουν μαζὶ μὲ τοὺς ἀγράμματους χωρικοὺς γιὰ νὰ τοὺς παρακινήσουν σὲ ἐξεγέρσεις. Τὰ ἀποτελέσματα ἦταν κάποτε τραγελαφικά, ὅπως ὅταν οἱ χωρικοὶ τοὺς καταλάβαιναν ἀπὸ τὶς ὑπερβολὲς στὸ χωριάτικο μασκάρεμα στὸ ὁποῖο ὑποβάλλονταν γιὰ νὰ ἀναμειχθοῦν μὲ τοὺς ντόπιους· πολλὲς φορὲς τοὺς πρόδιδαν στὴν ἀστυνομία ἢ προδίδονταν μόνοι τους, ὅπως ἡ Ζασούλιτς ἀπὸ τὴ μοσχοβίτικη προφορά της ἢ οἱ σύντροφοί της ἀπὸ τὰ καθαρὰ νύχια τους καὶ τὴν ἄγνοια τῶν ἀγροτικῶν δουλειῶν.[23] Ἦταν ὅμως συνάμα συγκινητικά, καθὼς καλομαθημένοι νεαροὶ ἄφηναν οἰκογένειες καὶ περιουσίες καὶ διακινδύνευαν πολεμώντας γιὰ τὸ δίκιο ἄλλων. Μιλᾶμε γιὰ μιὰ ἐποχὴ στὴν ὁποία ὑπῆρξαν ἄνθρωποι ποὺ καταδικάστηκαν σὲ δέκα, δώδεκα χρόνια καταναγκαστικὰ ἔργα γιατὶ δανείστηκαν ἕνα βιβλίο.[24] Ὁ πρίγκιψ Κροπότκιν ὑπῆρξε τὸ σύμβολο τοῦ εὐγενοῦς ποὺ ἄλλαζε τὴ νύχτα τὰ ἀκριβά του ροῦχα καὶ πήγαινε νὰ ἐνωθεῖ μὲ τοὺς ἐπαναστάτες.[25]
Οἱ Times, πιστοὶ στὴ σημερινὴ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δὲ συγκινεῖται παρὰ μόνο ὅταν κάτι συμβαίνει στὸ σπίτι του, ἢ καλύτερα στὴν πλάτη του, ἔγραφαν ὅτι ἡ Ζασούλιτς ἦταν ἐρωμένη τοῦ Μπογκολιοῦμποφ.[26] Ὅμως ὁ δικηγόρος της ἐπέμενε: «Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ εἶναι σύζυγος, γυναίκα ἢ ἐρωμένη του, γιὰ νὰ ἀγανακτήσει στὴν εἰκόνα ἑνὸς ἀνθρώπου ἠθικὰ τσακισμένου;». Ἡ ἰδέα τοῦ Οὐάιλντ νὰ παρουσιάσει ἕνα ἔργο γιὰ πάθη πολιτικὰ ποὺ νὰ εἶναι ἔντονα σὰ νὰ ἦταν προσωπικά,[27] ἀγγίζει αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ σημεῖο. Πῶς μπορεῖ κάποιος νὰ νιώσει τὸν ξένο πόνο σὰ νὰ ἦταν δικός του;[28] Τί ἦταν αὐτὸ ποὺ μποροῦσε νὰ κάνει τρεῖς γυναῖκες νὰ πιοῦν δηλητήριο στὶς φυλακὲς γιὰ νὰ διαμαρτυρηθοῦν γιὰ τὸν φόνο μιᾶς συγκρατούμενής τους ἀπὸ τὶς ἀρχές;[29] Χρειάστηκε νὰ περάσουν πολλὰ χρόνια καὶ ὁ Οὐάιλντ νὰ μπεῖ ὁ ἴδιος στὴ φυλακή, γιὰ νὰ πεῖ στὸ τελευταῖο μεγάλο γράμμα του στὸν Ἄλφρεντ Ντάγκλας νὰ γράψει στὸν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ του τὸ ἐπίγραμμα: «Ὅ,τι συμβαίνει στὸν ἄλλον συμβαίνει σὲ μένα τὸν ἴδιο» […] «Κι ἂν κανεὶς σὲ ρωτήσει τί μπορεῖ νὰ σημαίνει αὐτὴ ἡ ἐπιγραφή, νὰ ἀπαντήσεις ὅτι σημαίνει νὰ ἔχεις μαζὶ τὴν καρδιὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ μυαλὸ τοῦ Σαίξπηρ».[30]
Ἔχει ὑποστηριχθεῖ ὅτι ὁ Οὐάιλντ ὡς θεατρικὸς συγγραφέας δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ εἶναι προκλητικὸς καὶ ἀντισυμβατικός, ὅτι ἡ μελέτη τῶν θεατρικῶν του δείχνει πὼς ἦταν σταθερὸ μοτίβο τῆς δουλειᾶς του νὰ παίρνει τετριμμένες πλοκὲς τοῦ βικτωριανοῦ μελοδράματος καὶ νὰ προσθέτει τὸ στοιχεῖο τῆς πρόκλησης στοὺς χαρακτῆρες.[31] Αὐτὸ ἀληθεύει. Ἔχω τὴν αἴσθηση ὅμως ὅτι στὰ θεατρικά του θὰ βροῦμε σάτιρα τῆς τρέχουσας ἠθικῆς, θὰ βροῦμε ἀναφορὲς στὴν ὑποκρισία τῶν ἀστῶν, ἀντισυμβατικότητα, αὐτὸ ὅμως ποὺ δὲ θὰ βροῦμε εἶναι ἡ σκοτεινὴ πλευρὰ τῆς ζωῆς. Πρόκειται γιὰ ἕναν κόσμο χωρὶς πόνο καὶ θλίψη.[32] Οὐάιλντ εἶπε στὸ τέλος τῆς ζωῆς του στὸν Ζὶντ πὼς μπῆκε στὴ φυλακὴ μὲ πέτρινη καρδιά.[33] Ὅταν στὸ De Profundis ἔβαλε τὰ χέρια στὸ φιλιατρὸ τοῦ πηγαδιοῦ γιὰ νὰ ἀναζητήσει μερικὲς ἐξαιρέσεις, σκέφτηκε πρῶτα τὰ παραμύθια του.[34]
Τὸ μοτίβο ποὺ τὰ διατρέχει εἶναι ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ὑποχρεώνεται νὰ κοιτάξει ἔξω ἀπὸ τὸν κῆπο τῶν ἀπολαύσεων ποὺ τοῦ ἔτυχε στὴ ζωὴ καὶ ἀναγνωρίζει τὴν ὕπαρξη τῆς ὀδύνης. Ἔτσι κάνει «Εὐτυχισμένος πρίγκιπας» καὶ παύει νὰ εἶναι εὐτυχισμένος, ὅταν τοῦ ὑψώνουν ἕνα ἄγαλμα ποὺ βλέπει γιὰ πρώτη φορὰ τὶς συνοικίες τῶν φτωχῶν· τοὺς συμπονεῖ καὶ δίνει τὰ ροῦχα καὶ τελικὰ ἀκόμη καὶ τὰ μάτια του γιὰ νὰ μπορέσει νὰ τοὺς ζεστάνει. Τὸ ἴδιο καὶ «Νεαρὸς βασιλιάς», ποὺ τὰ πάθη τῶν φτωχῶν τὸν ἐπισκέπτονται στὸν ὕπνο· κοιμᾶται καὶ βλέπει τρία ὄνειρα, ὅπου ἀνακαλύπτει πὼς μέσα στὰ ρουμπίνια ὑπάρχει αἷμα, καὶ θάνατος στὶς πέρλες, ὅταν φτωχὸς ἀγρότης τοῦ ἀποκαλύπτει πὼς ἄλλοι πίνουν πάντοτε τὸ κρασὶ ποὺ πατοῦν οἱ φτωχοί, καὶ ἐκεῖνος ἀρνεῖται νὰ φορέσει τὸ βασιλικὸ διάδημα. Τὸ ἴδιο μὲ τὸ «Παιδὶ τοῦ ἄστρου» («Ἀστερόπαιδο» «Ἀστροπαίδι» ἔχει ἐπίσης μεταφραστεῖ),[35] ποὺ βασίζει τὴν ἀλαζονεία του στὴ βεβαιότητα πὼς γεννήθηκε ἀπὸ ἕνα ἀστέρι, καὶ χρειάζεται νὰ ταπεινωθεῖ στὴ δούλεψη ἑνὸς κακοῦ μάγου γιὰ νὰ μπορέσει νὰ λυπηθεῖ ἕναν φτωχὸ καὶ νὰ λυθοῦν τὰ μάγια. Μέσα στὴν ἁπλοϊκὴ γλώσσα τοῦ παραμυθιοῦ Οὐάιλντ μιλάει γιὰ τὴ συμπόνια. Ὅμως θὰ χρειαστεῖ νὰ περάσει ἀπὸ τὸ κάτεργο γιὰ νὰ καταλάβει τὴ σημασία της.
Φτάνοντας στὸ τελευταῖο κεφάλαιο τῆς ζωῆς του, τὴν καταδίκη καὶ τὸν διασυρμό, αὐτὸ ποὺ ἐκπλήσσει κατὰ τὴ μελέτη τῆς βιογραφίας τοῦ Οὐάιλντ εἶναι πὼς τὴ συμφορά του «τὴν ἔπραξε, δὲν τὴν ἔπαθε», ὅπως ἔλεγε ὁ Οἰδίποδας στὸν Οἰδίποδα ἐπὶ Κολωνῷ. Αὐτὸς ὁ τύπος τοῦ ἀνάλαφρου εὐφυολόγου ποὺ ἦταν μαζὶ ἀναρχικός, ἀριστοκράτης καὶ δημόσια ὁμοφυλόφιλος στὴ βικτωριανὴ Ἀγγλία,[36] ἀποδείχθηκε ταγμένος στὸν πόνο, σὲ πείσμα τῆς ρητορικῆς του. Ὁ Ντάγκλας, ὁ νεαρὸς ἐραστής του, τὸν ἐνέπλεξε σὲ μιὰ δίκη γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὸν πατέρα του,[37] τὸν ὁποῖον μισοῦσε, καὶ ἔτσι ὁ Οὐάιλντ βρέθηκε στὸ δικαστήριο νὰ κατηγορεῖ τὸν λόρδο τοῦ Κουίνσμπερυ ὡς συκοφάντη, διότι τὸν ἀποκάλεσε σοδομίτη. Μὲ δεδομένα τὰ πλήθη τῶν ἀγοριῶν ποὺ νοίκιαζαν στὰ ξενοδοχεῖα μαζί μὲ τὸν Ντάγκλας, καὶ ποὺ ἀποδείχθηκαν τόσο πρόθυμα νὰ τὸν ἐκβιάσουν στὸ δικαστήριο, ἡ καταστροφὴ ἦταν θέμα χρόνου. Σύρθηκε σὲ τρεῖς διαδοχικὲς δίκες, ἀρχικὰ ὡς κατήγορος καὶ μετὰ ὡς κατηγορούμενος, ὅπου ἀρνήθηκε ὅλες τὶς εὐκαιρίες νὰ φύγει, ὅπως τὸν συμβούλευαν οἱ φίλοι του,[38] σὰ νὰ ἐπιζητοῦσε ἕναν διασυρμὸ ποὺ θὰ ἦταν τὸ καθαρτήριο γιὰ «νὰ ἀποκτήσει καρδιά», ὅπως θὰ ἔλεγε μετά. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ἡ καταδίκη σὲ δύο χρόνια καταναγκαστικὰ ἔργα. Τὸ πριγκιπόπουλο μὲ τὰ μαλακὰ δάχτυλα κατέληξε νὰ περάσει δύο χρόνια στὴ φυλακή, ἐξαιτίας τοῦ ἔρωτά του γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ δὲν τοῦ ἔγραψε καὶ δὲν τὸν ἐπισκέφθηκε ποτέ. Ὁρκίστηκε στὴ φυλακὴ πὼς μόνο γιὰ τὸν πόνο θὰ γράψει στὸ ἑξῆς, καὶ τὸ De Profundis μαζὶ μὲ τὴ Μπαλάντα τῆς φυλακῆς τοῦ Ρέντιγκ ἦταν ἡ ἐκπλήρωση τῆς ὑπόσχεσής του. Εἶναι μιὰ περίεργη εἰρωνεία τῆς τύχης ὅτι ὁ θιασώτης τῆς «τέχνης γιὰ τὴν τέχνη» ἔγραψε μὲ τὴ Μπαλάντα ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἀποτελεσματικὰ κείμενα κοινωνικῆς εὐαισθητοποίησης ποὺ ἔχουν γραφτεῖ. Οἱ προτάσεις του γιὰ τὸ σωφρονιστικὸ σύστημα, ποὺ δημοσίευσε σὲ δύο ἐπιστολὲς στὴν Daily Chronicle, ὑιοθετήθηκαν ἀπὸ τὴ Βουλὴ τῶν Κοινοτήτων.[39] Μετὰ τὴν ἀποφυλάκισή του περιπλανήθηκε χωρὶς κανέναν πόρο, ὑιοθετώντας τὸ ψευδώνυμο «Σεβαστιανὸς Μέλμοθ», ποὺ συνδύαζε τὸν νεανικό του θαυμασμὸ γιὰ τὸν Ἅγιο Σεβαστιανὸ[40] μὲ τὶς ὀδυνηρὲς περιπλανήσεις τοῦ Μέλμοθ, ἥρωα τοῦ μυθιστορήματος Μέλμοθ ὁ περιπλανώμενος, ποὺ εἶχε γράψει ὁ θεῖος του.[41]
Τὸ De Profundis, γραμμένο μὲ τὴ μορφὴ ἐπιστολῆς στὸν Ἄ. Ντάγκλας, βοᾶ ἀπὸ τὴν πρώτη κιόλας σελίδα ὅτι ὁ παλιὸς αἰσθητὴς εἶναι ἕνας ἀλλαγμένος ἄνθρωπος. Ὅταν στέκει γιὰ μισὴ ὥρα στὸν σταθμὸ τοῦ τραίνου φορώντας τὴ στολὴ τοῦ κρατουμένου καὶ περιμένοντας τὴ μεταφορά του, διάσημος καὶ διαβόητος, μὲ τὸν κόσμο νὰ τὸν περιγελᾶ καὶ νὰ τὸν φτύνει, ἀλλάζει γιὰ πάντα.[42] Ἔλεγε μετὰ ὅτι ἔκλαιγε κάθε μέρα τὴν ἴδια ὥρα γιὰ ἕνα χρόνο, μετὰ ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἐξευτελισμό.[43] Τὴ στιγμὴ ἐκείνη γίνεται ὁ ἥρωας τῶν παραμυθιῶν του. Ταπεινώνεται καὶ ἀνακαλύπτει τὴ ζωή. Ἐξ οὗ καί, ἡ φράση του πὼς οἱ δύο πιὸ κρίσιμες στιγμὲς στὴ ζωή του ἦταν ὅταν ὁ πατέρας του τὸν ἔστειλε στὴν Ὀξφόρδη καὶ ὅταν ἡ κοινωνία τὸν ἔστειλε στὴ φυλακὴ[44] περιέχει μιὰ ἀλήθεια. Ἤξερε καλά, καὶ τὸ ἤξερε ἤδη γράφοντας τὸ Πορτραίτο τοῦ Ντόριαν Γκρέυ, πὼς ὅσο καλοπερνάει κανεὶς στὴν ἐπιφάνεια τῆς ζωῆς, τὸ κακὸ παραμονεύει στὸ βάθος της.[45] Καὶ τὸ βάθος εἶναι βεβαίως τὸ κύριο θέμα τοῦ De Profundis («ἐκ βαθέων») ὅπου ἐπαναλαμβάνεται ὡς ἐπωδὸς πὼς δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἁμαρτία ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι κανεὶς ἐπιφανειακός.
Εἶναι εἰρωνικὸ τὸ πῶς κάποτε αὐτὸ ποὺ χάνεται γιὰ τὴ ζωὴ κερδίζεται γιὰ τὴν τέχνη καὶ σίγουρα εἶναι μακάβριο νὰ φαντάζεται κανεὶς τί θὰ συνέβαινε στὸν συγγραφέα Οὐάιλντ ἂν τὸ κάτεργο τὸν εἶχε βρει νωρίτερα στὴ ζωή του, ὅπως τὸν Ντοστογιέφσκι. Τὴν ἀπορία αὐτὴ φαίνεται ὅτι τὴν εἶχε καὶ ὁ Ζίντ, ποὺ ὅταν τὸν συνάντησε, ράκος πιά, στὸ Μπερνεβάλ, ἕνα χωριὸ τῆς Γαλλίας, τὸν ρωτᾶ ἂν ἔχει διαβάσει τὶς Ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸ σπίτι τῶν πεθαμένων, καὶ αὐτὸς ἀπαντᾶ: «Οἱ Ρώσοι συγγραφεῖς εἶναι ἐκπληκτικοί. Αὐτὸ ποὺ κάνει τὰ βιβλία τους τόσο μεγάλα εἶναι ὁ οἶκτος ποὺ ἔχουν βάλει μέσα. Ἡ συμπόνια εἶναι κάτι θαυμαστό, καὶ δὲν τὸ γνώριζα».[46]
Ἂν ἡ νεανικὴ Βέρα ἦταν τὸ ἔργο ἑνὸς ἀριστοκράτη ποὺ νοιάστηκε τοὺς φτωχοὺς καὶ ἔγραψε γιὰ τὴν «τιτάνια κραυγὴ τῶν λαῶν», τὸ κύκνειο ἇσμα τοῦ Οὐάιλντ περιέχει μιὰ ἀποκαλύπτικὴ ἀναφορὰ στὸ τί μπορεῖ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ πονέσει τὸν ξένο πόνο. Εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔχει κοινὸ ὁ Χριστός μὲ τὸν καλλιτέχνη: φαντασία σὰ φλόγα. «[ὁ Χριστὸς ἔνιωθε] αὐτὴ τὴ συμπόνια μὲ τὴ φαντασία του, μιὰ φαντασία ποὺ εἶναι γιὰ τὴν τέχνη τὸ ὕψιστο μυστικὸ τῆς ἐπιτυχίας. Καταλάβαινε τὴ λέπρα τοῦ λεπροῦ, τὸ σκότος τοῦ τυφλοῦ, τὴν τρομερὴ δυστυχία αὐτῶν ποὺ ζοῦν γιὰ νὰ ἀπολαμβάνουν, τὴν ἰδιότυπη φτώχεια τῶν πλουσίων».[47] Ἴσως σὲ αὐτὸ τὸ τόσο προσωπικὸ κείμενο νὰ βρίσκεται τὸ κλειδὶ ποὺ ἐνώνει τὸν θρησκευόμενο Οὐάιλντ τοῦ Ρέντιγκ μὲ τὸν νεαρὸ συγγραφέα τῆς Βέρας: Ἡ ἀλληλεγγύη, θὰ ἔλεγε κανείς, θέτει πρακτικοὺς στόχους στὸν ἄνθρωπο ποὺ νοιάζεται, πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴ συμπόνια, ποὺ εἶναι μιὰ προσωπικὴ στάση. Οἱ δυό τους ὅμως δὲ χωρίζονται μὲ στεγανά, ὅπως δὲ χωρίζεται ἡ ἀγάπη ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη.[48]
Κατὰ βάθος, λιγότερο ἢ περισσότερο, δὲν ἀποφεύγεται ἡ ἱεροσυλία «νὰ παρακολουθεῖ κανεὶς σκηνὲς πολέμων καὶ σφαγὲς ἐμφυλίων στὸ γυαλὶ πίνοντας τὸ ποτό του καὶ ἔχοντας τὰ πόδια του σὲ μιὰ λεκάνη μὲ ζεστὸ νερό»,[49] ἐκτὸς ἂν εἴμαστε προετοιμασμένοι νὰ βγάλουμε τὸ μάτι μας γιὰ νὰ συμπονέσουμε τὸν τυφλὸ ἢ νὰ σταματήσουμε, σὰν τὸν ἥρωα τοῦ Τολστόι, τὸ τραγούδι τῶν παιδιῶν γιατὶ τὸ θεωροῦμε σκάνδαλο ἀπέναντι στὸν ἀνθρώπινο πόνο.[50] Ἡ βιτσιὰ ποὺ πέφτει σὲ ξένη πλάτη, πέφτει σὲ ξένη πλάτη –ἂς τρύπαγε ὁ Ἅγιος Φραγκίσκος τὰ χέρια του σὰν τὸν Ἐσταυρωμένο. Ὅμως ἂν ἡ διαφορὰ τῆς ἀγάπης ἀπὸ τὴ συμπάθεια εἶναι πὼς ἡ συμπάθεια σὲ κάνει νὰ βλέπεις,[51] τότε τὸ ζητούμενο εἶναι μιὰ ψυχὴ ποὺ δὲν ἔχει ὑποστεῖ ἀπονεύρωση, ποὺ ἀντιλαμβάνεται τὸν κόσμο καὶ ἀναλαμβάνει ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ φορτίο τοῦ κόσμου. Πῶς; Τὸ τί θὰ ἦταν πολιτικὴ τῆς συμπόνιας ἢ ἠθικὴ τῆς συμπόνιας εἶναι μεγάλη κουβέντα. Ἂς μείνουμε στὸν Ὄσκαρ Οὐάιλντ. Ἐκτὸς ἀπὸ ποιητὴς τοῦ παραδόξου, ὑπῆρξε συγγραφέας ποὺ νοιάστηκε ἀλλὰ καὶ γεύτηκε τὸν ἀνθρώπινο πόνο. Αὐτὸ ποὺ μένει ἀπὸ τὴ δοκιμασία του, τὴν καλοπέραση καὶ τὴν ὀδύνη του, εἶναι τὸ νοιάξιμο. Συμπεράσματα, θεολογικὰ ἢ πολιτικά, ἔχουν διατυπωθεῖ πολλὰ γι’ αὐτὴ τὴν ἱστορία. Ὁ δικός μου τρόπος γιὰ νὰ τὴ διαβάσω συμπυκνώνεται στὸ ἐλάχιστο: μιὰ αἴσθηση τῆς ἀφῆς ποὺ δὲ σταματᾶ στὴν ἄκρη τῶν δακτύλων. Τὸν καιρὸ τῆς δράσης μποροῦμε νὰ κάνουμε μιὰ ἄλλη κουβέντα, νὰ δοῦμε τί ἀξία ἔχει νὰ σκέφτεται ὁ καθένας ἔτσι ἢ ἀλλιῶς. Ὣς τότε, τὰ ἔργα ποὺ ἁπλώνουν τὸ βλέμμα πέρα ἀπ’ τὸν κηπάκο μας μᾶς ἐξανθρωπίζουν.


[1] Δημοσιεύθηκε μὲ τίτλο « πολιτικὸς Ὄσκαρ Οὐάιλντ: ἀλληλεγγύη καὶ συμπόνια», στὸ περιοδικὸ Νέα Ἑστία τχ. 1832 (Ἀπρ. 2010) 742-753.
[2] P.W.H. Almy, «New views of Mr. Oscar Wilde» Theatre 23 (Mar. 1894) 124. Βλ. ἐπίσης: P.R. Gibbard, Anarchy in English and French Literature 1885- 1914, διδακτορικὴ διατριβή, Ὀξφόρδη 2001, 167: «κάποτε ἤμουν ποιητὴς καὶ τύραννος, τώρα εἶμαι καλλιτέχνης καὶ ἀναρχικός».
[3] G. Woodcock, The Paradox of Oscar Wilde (Macmillan 1949), ἀναδημοσιευμένο μὲ τὸν τίτλο Oscar Wilde. The Double Image (Black Rose Books 1989)· T. D. Thomas, «“The Soul of Man under Socialism”, An Essay in Context», Rice University Studies 51.1 (1965) 83-95· M. D’ Amico, «Oscar Wilde. Between Socialism and Aestheticism», English. Miscellany 8 (1967) 111-39· M. S. Helfand, P. E. Smith II, «Anarchy and Culture: The Evolutionary Turn of Cultural Criticism in the Work of Oscar Wilde», Texas Studies in Literature and Language 20:2 (1978) 199-215· P. van der Kamp καὶ P. Leahy, «Some notes on Wilde’s Socialism», The Crane Bag vol. 7, No. 1, Socialism & Culture (1983) 141-150· S. Eltis, Revising Wilde. Society and Subversion in the Plays of Oscar Wilde (Oxford University Press 1996)· P. Marshel, Demanding the Impossible. A History of Anarchism (Harper Perennial 1992) 175-80· P.R. Gibbard, Anarchy in English and French Literature 1885- 1914, διδακτορικὴ διατριβή, Ὀξφόρδη 2001· D. Goodway, Anarchist Seeds Beneath the Snow: Left-Libertarian Thought and British Writers from William Morris to Colin Ward (Liverpool University Press 2006) 62-92· T. Kissack, Free Comrades, Anarchism and Homosexuality in the United States, 1895-1917 (AK Press 2008) 43-68.
[4] Γιὰ τὶς διαδοχικὲς ἑρμηνεῖες βλ. τὸ κεφ. «Wilde’s changing image», στὸ J. Sloan, Oscar Wilde (Oxford University Press 2003) 182-92. Γιὰ τὸν ὄγκο τῶν δημοσιεύσεων βλ. I. Small, Oscar Wilde Revalued. An Essay on New Materials and Methods of Research (ELT Press, University of North Carolina Press 1993) 1. Τὸ βιβλίο τοῦ Small, γενικοῦ ἐκδότη τῶν ἀπάντων τοῦ Οὐάιλντ στὴν ἐκδοση τῆς Ὀξφόρδης, εἶναι ἕνας πολὺ καλὸς ὁδηγὸς στὴ σύγχρονη βιβλιογραφία, μὲ χρήσιμες κριτικὲς παρατηρήσεις.
[5] G.B. Shaw, «My Memories of Oscar Wilde» στὸ R. Ellman (ἐπ.) Oscar Wilde. A Collection of Critical Essays (Prentice Hall 1969) 97.
[6] Ν. Παπαδόπουλος, 1886 Σικάγο. Ἱστορία τῆς ἐργατικῆς πρωτομαγιᾶς (Ἄρδην 2005) 35κε.· Eltis, Revising 16.
[7] Γιὰ τοὺς κινδύνους ποὺ συνεπαγόταν μιὰ τέτοια χειρονομία βλ. Eltis, Revising 15.
[8] H. Oliver, The International Anarchist Movement in Late Victorian London (Palgrave Macmillan 1983) 76.
[9] Goodway, Anarchist 81.
[10] R. Ellman, Oscar Wilde (Vintage Books 1988) 122.
[11] P. van der Kamp καὶ P. Leahy, Some notes 142.
[12] Eltis, Revising 17.
[13] Τὶς σχέσεις τοῦ Λωτρὲκ μὲ τὸν ἀναρχικὸ χῶρο μελετᾶ R.D. Sonn, Anarchism and Cultural Politics in Fin de Siècle France (University of Nebraska Press 1989) 175. Γιὰ τὴ σχέση τῶν συμβολιστῶν μὲ τὸν ἀναρχικὸ χῶρο βλ. Goodway, Anarchist 78, ὅπου καὶ φράση τοῦ ἱστορικοῦ J. Maitron: «On etait symboliste en littérature et anarchiste en politique», Histoire du mouvemente anarchiste en France (1880-1914) (Societe Universitaire d' Editions et de Librairie 1955) 137-8. Βλ. ἐπίσης M. Antliff, «Cubism, Futurism, Anarchism: The 'Aestheticism' of the "Action d'art" Group 1906-1920» Oxford Art Journal, Vol. 21, No. 2 (1998) 106.
[14] De Profundis 1038. (Ὅλες οἱ ἀναφορὲς σὲ ἔργα τοῦ Οὐάιλντ παραπέμπουν στὴν ἔκδοση M. Holland [ἐπ.], Collins Complete Works of Oscar Wilde [Collins 2003]). Οὐάιλντ εἶχε ἀκούσει τὸν Κροπότκιν νὰ μιλάει γιὰ τὴ δίκη τῶν ἀναρχικῶν του Σικάγου καὶ ἴσως τὸν εἶχε συναντήσει καὶ προσωπικὰ στὸ σπίτι τοῦ Μόρρις. P. van der Kamp καὶ P. Leahy, Some notes 146.
[15] Μτφρ. Σ. Ἀνδρέου (Στοχαστής 2000).
[16] Masolino, Between 127· Woodcock, «The Social Rebel» στὸ Ellman, Collected 155. Ἂς σημειωθεῖ ὅτι στὰ Γερμανικὰ τὸ μετέφρασε ὁ ἀναρχικὸς θεωρητικὸς Γκ. Λαντάουερ. Goodway, Anarchist 76.
[17] Χαρακτηριστικότερα ἀπὸ τὸν Woodcock, Paradox 154-5· βλ. και Thomas, Soul 87-88· Masolino, Between 127, 132 · Sonn, Anarchism 198-99· Goodway, Anarchist 63-4· Kissack, Free 47-51 ποὺ περιέχει κρίσεις τῆς Ἔ. Γκόλντμαν (ποὺ χαρακτήριζε τὴν Ψυχὴ στὸν σοσιαλισμό «καθαρὴ ἀναρχία») καὶ ἄλλων συγκαιρινῶν ἀναρχικῶν. Ἡ ἐκτενέστερη πραγμάτευση ὑπάρχει στὴν Eltis, Revisiting 19κἑ., ὅπου τὸ κείμενο ἀντιπαραβάλλεται συστηματικὰ μὲ πλειάδα θέσεων ἀναρχικῶν συγγραφέων τῆς ἐποχῆς σὲ σχέση μὲ τὴν οἰκογένεια, τὸ ποινικὸ σύστημα, τὴ διακυβέρνηση κ.ἄ.
[18] G. Allen, «Individualism and Socialism» ( παραπομπὴ στὸ Sloan, Oscar 103) καὶ S. Olivier, «The Moral Basis of Socialism» (στὸ Thomas, Soul 90). Βλ. γενικά: M. S. Helfand, P. E. Smith II, Anarchy 214, ὑπ. 22· P. van der Kamp καὶ P. Leahy, Some notes 146.
[19] Goodway, Anarchist 69.
[20] M. S. Helfand, P. E. Smith II, Anarchy 215, ὑπ. 25· Goodway, Anarchist 63.
[21] Χ. Λ. Μπόρχες, «Γιὰ τὸν Ὄσκαρ Οὐάιλντ», Διερευνήσεις, μτφρ. Ἀχ. Κυριακίδης (Ὕψιλον 1990) 64.
[22] Μάλιστα, τὸ δοκίμιο ξεκινᾶ μὲ μιὰ κριτικὴ στὴ φιλανθρωπία, ἤδη ἀπὸ τὴν πρώτη σελίδα: The Soul of Man 1174-6.
[23] R. Hingley, Nihilists: Russian Radicals and Revolutionaries in the Reign of Alexander II, 1855-81 (Delacorte Press 1969) τὸ κεφ. «Loving the peasants» 60-80 καὶ A. Siljak, Angel of Vengeance: The ‘’Girl Assassin’’, the Governor of St. Petersburg, and Russia's Revolutionary World (St. Martin's Press 2008) τὸ κεφ. «To the people» 135-167.
[24] Stepniak, Underground Russia: Revolutionary Profiles and Sketches from Life (C. Scribner's Sons. 1883) 36.
[25] Περιέγραφε γλαφυρὰ ὅτι σὰν παιδὶ δὲν καταλάβαινε πῶς ζοῦν οἱ ἄνθρωποι μὲ λιγότερους ἀπὸ 70 ὑπηρέτες καὶ ὅτι θεωροῦσε τὴ μαστίγωση τῶν δούλων ὡς κάτι φυσιολογικό. Αὐτὰ ἄλλαξαν μὲ τὴ λογοτεχνία τοῦ ΄60. Π. Κροπότκιν, Ἀναμνήσεις ἑνὸς ἐπαναστάτη, μτφρ. Γ. Γιαννακοπούλου, Β. Τομανᾶς (Νησίδες χ.χ.) 39.
[26] J. Bergman, Vera Zasulich: a Biography (Stanford University Press 1983) 43.
[27] Hart-Davis, Letters 153.
[28] De Profundis, 1027.
[29] Hingley, Nihilists 103· . Καμύ, ἐπαναστατημένος ἄνθρωπος, μτφρ. Τζ. Τσακίρη (Μπουκουμάνης 1971) 31.
[30] De Profundis, 1027.
[31] Αὐτὸ εἶναι τὸ κεντρικὸ ἐπιχείρημα τοῦ βιβλίου τῆς Eltis.
[32] Καμὺ εἶχε πεῖ προλογίζοντας τὴ Μπαλάντα τῆς φυλακῆς τοῦ Ρέντιγκ (O. Wilde, μπαλλάντα τῆς φυλακῆς τοῦ Ρήντιγγ, μτφρ. Σ. Παπασηφάκης [Σελίδες χ.χ.] 29) πὼς μέχρι τὴ φυλάκισή του, αδιαφορία τοῦ Οὐάιλντ γιὰ τὴ σκοτεινὴ πλευρὰ τῆς ζωῆς τὸν εἶχε ἀποκόψει ἀπὸ μία ἀπὸ τὶς ρίζες τῆς ζωῆς.
[33] A. Gide, Ὄσκαρ Γουάιλντ, μτφρ. Ν. Λαπαθιώτης, ἐπ. Δ. Ἀρμάος (Ἴνδικτος 2005) 43.
[34] De Profundis 1026.
[35] Αφιέρωμα στὸν Ὄσκαρ Οὐάιλντ, Διαβάζω τ. 152 (1986) 64.
[36] Βλ. Kissack, Free ἰδ. 44, 53, ὅπου συγγραφέας ὑποστηρίζει ὅτι δίκη το Οὐάιλντ ἦταν οὐσιαστικὰ τὸ ἐναρκτήριο λάκτισμα γιὰ τὴν πολιτικοποίηση τῆς ὁμοφυλοφιλίας στὴν Ἀμερική.
[37] πατέρας του ἦταν ἐκπληκτικὴ προσωπικότητα: ἔμεινε στὴν ἱστορία γιὰ τὴ διαμάχη μὲ τὸν Οὐάιλντ καὶ γιὰ τὴν ἀναμόρφωση τῶν κανόνων τῆς πυγμαχίας! Ellman, Wilde 387.
[38] Ellman,Wilde 443.
[39] Two Letters to the Daily Chronicle, 1060-70. Woodcock, Social 166. Καὶ οἱ δύο ἐπιστολὲς εἶναι πολὺ συγκινητικὰ κείμενα.
[40] θαυμασμὸς αὐτὸς ἦταν κοινὸς στοὺς ὁμοφυλόφιλους κύκλους τῆς ἐποχῆς καὶ ἔχει ἀποτυπωθεῖ στὸ ποίημά του The grave of Keats, λοιπὸν παρὰ τὶς ἀσκητικὲς συνδηλώσεις δὲ σημαίνει ἀποκήρυξη τοῦ παρελθόντος του.
[41] Τσ. Μάτσουριν, Μέλμοθ ὁ περιπλανώμενος, μτφρ. Γ. Μπλάνας (Ἐρατώ 2006).
[42] Ellman, Wilde 495.
[43] De Profundis 1040.
[44] De Profundis 1020.
[45] Ellman Wilde 315. Εἶναι ἕνα παράξενο παιχνίδι τῆς ζωῆς τὸ πῶς πόνος ἐνεδρεύει ἐκεῖ ποὺ συγγραφέας ὠρύεται πὼς τὸν νοιάζει μόνο τὸ ὡραῖο, ὅπως συνέβη καὶ μὲ τοὺς δικούς μας θαμπωμένους ἀπὸ τὸν αἰσθητισμὸ αὐτόχειρες, τὸν Ναπολέοντα Λαπαθιώτη καὶ τὸν Περικλῆ Γιαννόπουλο. Γιαννόπουλος διαβάζει Οὐάιλντ τὴν παραμονὴ τῆς αὐτοκτονίας του, ἐνῶ, μέσα στὴν ἀκαταστασία τοῦ σπιτιοῦ τοῦ αὐτόχειρα Λαπαθιώτη, μόνο τὸ ράφι μὲ τὰ βιβλία τοῦ Οὐάιλντ παρέμεινε συγυρισμένο. Ἀπ. Σαχίνης, πεζογραφία τοῦ αἰσθητισμοῦ (Ἑστία 1981) 224· Ν. Τουτουντζάκης, «Χρονικὸ Ναπολέοντα Λαπαθιώτη», λέξη 33 (1984) 226.
[46] Gide, Ὄσκαρ 43.
[47] De Profundis 1027.
[48] συζήτηση στὸ Π. Ρικαίρ, Ἀγάπη καὶ δικαιοσύνη, μτφρ. Κ. Καψαμπέλη, εἰσαγωγὴ Στ. Ζουμπουλάκης (Ἐκκρεμές 2009) νομίζω πὼς ἔχει ἰσχυρὲς ἀναλογίες.
[49] Κ. Παπαγιώργης, Μυστικὰ τῆς συμπάθειας (Καστανιώτης 1996) 97.
[50] Μ. Σέλλερ, Φύση καὶ μορφὲς τῆς συμπάθειας, μτφρ. Κ. Παπαγιώργης (Καστανιώτης 2003) 88.
[51] Ρικαίρ, Ἀγάπη 54.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέα Εστία, τ. 1832, Απρίλιος 2010, σ.742-753.

3 σχόλια:

  1. Κι εγώ αναρχικός είμαι... έχω αρχίσει να αποδεχομαι το ΔΝΤ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. εξαιρετικό σχόλιο πάνω στη νομιμοποίηση των φασιστικών ταγμάτων εφόδου από τις στήλες μιας υποτιθέμενης σοβαρής αστικής εφημερίδας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή