Ο Θερμοστάτης
Ειρωνικό και σαρκαστικό ύφος διαπερνάει τις 13 ολιγοσέλιδες ιστορίες της θαυμάσιας συλλογής διηγημάτων με τίτλο «Ο ΘΕΡΜΟΣΤΑΤΗΣ» (Εκδ. Μελάνι, σελ.132), του συγγραφέα και ηθοποιούΚωνσταντίνου Πουλή (Αθήνα,1973). Άνθρωποι καθημερινοί, λίγο φευγάτοι, προσαρμόζονται στην πραγματικότητα που τους ξεπερνάει τις περισσότερες φορές με τον παραλογισμό της, άνθρωποι που ονειρεύονται άλλη ζωή από αυτή που αναγκάζονται εκ των συνθηκών ή εκ των περιστάσεων να ζουν.
Ο Πουλής υιοθετώντας ένα κινηματογραφικό ύφος επηρεασμένο από την σλάπστικ κωμωδία (όπως αυτές του βωβού κινηματογράφου με ήρωες χαρακτήρες ενσαρκωμένους γκροτέσκα από τονΤσάρλι Τσάπλιν και τονΜπάστερ Κίτον) και με μια παιγνιώδη διάθεση σατιρίζει την νεοελληνική πραγματικότητα, αυτό το «Δελφινάριο» της καθημερινότητάς μας σε ιστορίες που κινούνται από τον μινιμαλισμό έως την άκρατη θεατρικότητα.
«Ενάμισι τετραγωνικό μέτρο
Ο Ωρελιάν έζησε δεκαπέντε χρόνια σε μια σοφίτα στο Παρίσι με συνολικό εμβαδό τέσσερα τετραγωνικά μέτρα, από τα οποία όμως σύμφωνα με τον νόμο μόνο το 1,56m2 λογαριάζεται ως βιώσιμος χώρος. Καθώς η γαλλική νομοθεσία θεωρεί πως αυτό το εμβαδό βρίσκεται κάτω από τα ανεκτά όρια διαβίωσης, ο Ωρελιάν αποφάσισε να κινηθεί δικαστικά κατά της ιδιοκτήτριας και να ζητήσει να του επιστραφούν τα ενοίκια όλων αυτών των ετών. Η δημοσιογράφος που πήγε να τον συναντήσει τον ρώτησε: «Πως ζήσατε τόσα χρόνια εδώ;» Και ο Ωρελιάν της απάντησε: « Τι να σας πω…συνηθίζεις».»
Ένας προκομένος και κεφάτος νεαρός που δουλεύει ως βοηθός κουρέα, ονειρεύεται ένα βράδυ ότι είναι σταρ του Χόλιγουντ, τον ερωτεύεται η πανέμορφη συμπρωταγωνίστριά του και έχει το αφεντικό του στην πραγματική ζωή να τον χτενίζει κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Όταν ξυπνάει θεωρεί ότι το όνειρο συνεχίζεται και αρνείται να προσαρμοστεί στην πεζή ρουτίνα. Νιώθει ότι είναι μεγάλος και τρανός, μιλάει Αγγλικά και παθαίνει κατάθλιψη στο έξοχο διήγημα «Ο Λεονάρντο ντι Κάπριο των Εξαρχείων», ενώ στο «Έρως ανεπίκαιρος», έχουμε τον έρωτα ενός νεαρού για μια κοπέλα και την προσπάθεια του να κάνει σχέση μαζί της, που δεν μπορεί όμως να ευδοκιμήσει λόγω γκαντεμιάς και συνθηκών της εποχής.
Στον «Θρίαμβο» έχουμε την «άβολη» κατάσταση ενός έφηβου ερωτύλου καθώς ο καθηγητής στο σχολείο, τον βάζει να αναγνώσει δυνατά αποσπάσματα από τον «Μεγάλο Ανατολικό» τουΑ.Εμπειρίκου, και, στο «Να πως με λεν’ εμένα», ο συγγραφέας σατιρίζει τους οικονομικούς όρους που έχουν εισβάλλει στην επικαιρότητα και αναμασώνται από τους περισσότερους χωρίς να καταλαβαίνουν τι ακριβώς σημαίνουν. Το «Ενάμισι τετραγωνικό μέτρο» που παραθέτω λίγο πιο πάνω, είναι ένα υπέροχο μινιμαλιστικό διηγηματάκι, ενώ, στο ευφυέστατο «Γκουρμέ», τρείς φοιτητές στη Μόσχα που συνηθίζουν να διαβάζουν φωναχτά Λογοτεχνία τα βράδια που συναντιούνται, κάποια στιγμή ξεμένουν από λογοτεχνικά βιβλία και διαβάζουν το βιβλίο συνταγών που έστειλε η μητέρα του ενός. Στο «Χιλιόμετρο μηδέν», ένα Ιονεσκικού ύφους διήγημα, το θέμα της συζήτησης στην παρέα είναι το σημείο στην πλατεία Συντάγματος από όπου ξεκινάει η μέτρηση των χιλιομετρικών αποστάσεων, κάτι που γίνεται εμμονή σ’αυτόν που ξεκίνησε την κουβέντα με τραγική κατάληξη, και, στο υπέροχο «Η μαμά του κτήνους», ένα διήγημα άψογου κινηματογραφικού ύφους με μαύρο χιούμορ, κτηνώδης γιός εκτελεί ανθρώπους κατόπιν εντολών της μητέρας του, μόνο που εκείνη συνεχώς λαθεύει στην ταυτότητα, και λάθος άνθρωποι την πληρώνουν.
Ο θεατρικός διάλογος, ανάλογου ύφους με την τηλεοπτική σειρά «Εκείνος κι εκείνος», αποτελεί τον κορμό του διηγήματος «Νεοφορμαλισμός ή Θάνατος», ενώ στο καίριο «Χωρίς χαρτιά», ελληναράς περιπατητής μπλέκεται σε άψογη κλωτσοπατινάδα μεταξύ κακόμοιρου μετανάστη, νεοναζιστών και οικογενειάρχη με τα δύο του παιδιά, και, στο «Κάμπινγκ στην πλατεία», έχουμε μια εύστροφη σάτιρα με έναν τύπο που αρέσκεται στην ελεύθερη κατασκήνωση όπου βρει, οπότε βρίσκει καταφύγιο στο μεγαλύτερο ελεύθερο κάμπινγκ της χώρας που ήταν η πλατεία Συντάγματος το καλοκαίρι του 2011. Στο «Κάθισμα του Τζαγκάναθ Σάνκερσεθ», ένα μονότονο ταξίδι με τρένο «απογειώνεται» μετά από μια ιδιαίτερη αφήγηση, ενώ η συλλογή κλείνει με το καλύτερο διήγημα, τον εξαιρετικό «Θερμοστάτη», όπου έχουμε την ιστορία ενός ανθρώπου που «δεν χωράει στην εποχή του», ζεσταίνεται όταν οι άλλοι κρυώνουν και υποφέρει σε σημείο δραματικό όταν οι άλλοι ζεσταίνονται. Ο Πουλής με μεταφορικό τρόπο δείχνει το δράμα του «διαφορετικού» ανθρώπου.
Ο καθημερινός (και όχι μόνο) ρατσισμός, η ξενοφοβία, το περιθώριο απασχολούν τον συγγραφέα σ'αυτή την συλλογή ενώ η ατμόσφαιρα της μεγαλούπολης στις μέρες της οικονομικής κρίσης αναπαρίσταται εξαιρετικά. Ο έρωτας (συνήθως αγνός και ανυστερόβουλος) απασχολούν πολλούς από τους χαρακτήρες που περιγράφονται στα διηγήματα, οι περισσότεροι (αν όχι όλοι) με αδυναμία να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο, πλάνητες και ανέστιοι, ονειροπόλοι και "φευγάτοι".
Η γραφή του Πουλή ποικίλλει, δεν είναι μονοδιάστατη, γκροτέσκα και με κάποιο στοιχείο υπερβολής σε ορισμένες από τις ιστορίες, οι οποίες έχουν ένα μπουφόνικο στοιχείο, κομέντια ντελ'άρτε με επιδράσεις από τον Ντάριο Φο (που ήταν κι ο ίδιος ηθοποιός όπως ο συγγραφέας), ενώ δεν λείπει και το παράλογο στοιχείο, όπως και ο μινιμαλισμός σε κάποιες άλλες.
Εν κατακλείδι, "Ο Θερμοστάτης", η συλλογή διηγημάτων του Κων/νου Πουλή είναι μια εξαιρετική όσο και πολύ ενδιαφέρουσα προσπάθεια ενός ευδιάκριτου προσωπικού λόγου, που δεν ενδύεται κάποιον μανδύα σοβαροφάνειας για να μιλήσει για πράγματα σοβαρά και ουσιώδη. Το κυριότερο όμως είναι η τελική αίσθηση ενός δημιουργού με χαρακτήρα και ύφος που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητος από το αναγνωστικό κοινό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου