Ήξερα μερικά πράγματα για το θεατρικό του Wilde που έφερε ο Κωνσταντίνος Πουλής στη γλώσσα μας, αλλά δεν το είχα διαβάσει και απορούσα για τον τρόπο που πραγματευόταν το θέμα. Στην προσφορά του κειμένου αθροίζω και την προσφορά του παρακειμένου.
Οι δραματολογικές μεταστροφές και οι ανακολουθίες της δράσης, ο δίβουλος αναρχισμός του Wilde και η «πρόταση» διακυβέρνησης όπου (πιθανόν) καταλήγει η «Βέρα» του έχουν ωραία κι ελεύθερα (παναπεί «καλά») σχολιαστεί από τον Κωνσταντίνο Πουλή. Το σημείο της εστίασης, η ιδέα του «αγαθού ηγεμόνα», αποδεικνύεται καίριο και για τις μέρες μας. Εκεί οδηγεί ο σκεπτικισμός κάθε ενάρετης διάνοιας, που διχάζεται ανάμεσα στην «άδικη» και τη «δίκαια» αιματοχυσία. Την ηθική πώρωση που ωθεί στις γνωστές μας ωμές εξουσίες (σχεδόν όλες, δηλαδή) και την ευγενή αγανάκτηση που ωθεί στις εξεγέρσεις χωρίς αύριο (όλες, δηλαδή) ο σκεπτικισμός τις κάνει ανίσχυρες. Και για το «δίκαιο» και για το «άδικο» αίμα απαιτείται έξαψη και παρορμητισμός.
Ο ευφυής Wilde δεν μπορούσε να είναι τόσο απελέκητος. Ο «ενάρετος άρχοντας» είναι μια θλιβερή ευχή, όπου φτάνει κανείς χωρίς ικανοποίηση, με εις άτοπο απαγωγή, αφού απογοητευτεί από τη ρωγμώδη φύση των προτεινόμενων πολιτικών συστημάτων. Φυσικά, η ευθύνη του δημόσιου λόγου δεν μπορεί να σταματά εκεί: οφείλει ο διανοητής να πάρει θέση επί του συστήματος με όλες τις επιφυλάξεις ή τις προϋποθέσεις που κρίνει σκόπιμες. Αλλά ένα δράμα με «ζωντανούς» ήρωες δεν μπορεί να είναι τόσο άσπλαχνο ή τόσο ουτοπικό ώστε να τους θυσιάζει στη μονομέρεια του υλικού κόσμου, της πραγματικής ζωής. Μου κάνει εντύπωση που κρίθηκε τόσο αυστηρά η ευαισθησία του Wilde επί του προκειμένου. Τα παραπέρα, τη σκηνική αντοχή του δράματος, δεν είμαι διόλου αρμόδιος και ικανός να τα κρίνω.
Μα τα όσα συνεισέφερε στο κείμενο ο μεταφραστής του δεν περιορίζονται στα εν λόγω ερεθίσματα. Με υποδειγματική φιλολογική σκευή, παρέδωσε ένα πολύ υπεύθυνο κείμενο στη γλώσσα μας και το εφοδίασε με μια σπουδαία εισαγωγή (για μένα, για τις αναγνωστικές μου προτιμήσεις, και συγκινητική). Οι δυο της πόλοι, Ζασούλιτς και Wilde (αναρχισμός σε Ανατολή και Δύση τον ΙΘ' αιώνα), παρουσιάζονται με τεκμηρίωση και νηφάλιο ήθος, χωρίς να στερούνται το ηρωικό τους φωτοστέφανο και χωρίς να αποκόπτονται από το συγκείμενο της ταραγμένης εποχής τους. Η ωριμότητα της σκοπιάς συμπυκνώνεται και σε άλλα σημεία που κορώνει η δοκιμιακή θερμοκρασία, αλλά θα ξεχωρίσω για την περίσταση το σχόλιο για το «κλειδί που ενώνει τον θρησκευόμενο Ουάιλντ του Ρέντιγκ με τον νεαρό συγγραφέα της “Βέρας”: Η αλληλεγγύη, θα έλεγε κανείς, θέτει πρακτικούς στόχους στον άνθρωπο που νοιάζεται, πιο πολύ από τη συμπόνια, που είναι μια προσωπική στάση. Οι δυο τους, όμως, (ο Ουάιλντ του Ρέντιγκ και ο νεαρός συγγραφέας της “Βέρας”) δεν χωρίζονται με στεγανά, όπως δεν χωρίζεται η αγάπη από τη δικαιοσύνη.
“Κατά βάθος, λιγότερο ή περισσότερο, δεν αποφεύγεται η ιεροσυλία 'να παρακολουθεί κανείς σκηνές πολέμων και σφαγές εμφυλίων στο γυαλί πίνοντας το ποτό του και έχοντας τα πόδια του σε μια λεκάνη με ζεστό νερό', εκτός αν είμαστε προετοιμασμένοι να βγάλουμε τα μάτια μας για να συμπονέσουμε τον τυφλό ή να σταματήσουμε, σαν τον ήρωα του Τολστόι, το τραγούδι των παιδιών γιατί το θεωρούμε σκάνδαλο απέναντι στον ανθρώπινο πόνο. Η βιτσιά που πέφτει σε ξένη πλάτη, πέφτει σε ξένη πλάτη - ας τρύπαγε ο Άγιος Φραγκίσκος τα χέρια του σαν τον Εσταυρωμένο. Όμως, αν η διαφορά της αγάπης από τη συμπάθεια είναι πως η συμπάθεια σε κάνει να βλέπεις, τότε το ζητούμενο είναι μια ψυχή που δεν έχει υποστεί απονεύρωση, που αντιλαμβάνεται τον κόσμο και αναλαμβάνει ένα μέρος από το φορτίο του κόσμου. Πώς; Το τι θα ήταν πολιτική της συμπόνιας ή ηθική της συμπόνιας είναι μεγάλη κουβέντα...”.
Νομίζω πως σε αυτή την περικοπή διαγράφονται επαρκώς και οι εκλεκτικές συγγένειες που δένουν τον Πουλή με τον πολιτικό και καλλιτεχνικό στοχασμό του Wilde, καταπώς τον σχηματοποίησα προηγουμένως. Είναι μάλιστα ένας πυρήνας πλούσιου προβληματισμού, που υποθέτω ότι θα απασχολήσει και άλλους στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου