Tweets by @KonnosPoulis Follow @KonnosPoulis

Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

Βιβλιοκρισία του Χρίστου Παπαγεωργίου για τον Θερμοστάτη

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΟΥΛΗΣ: Ο ΘΕΡΜΟΣΤΑΤΗΣ κριτική του Χρίστου Παπαγεωργίου



Τα δροσερό, ολοζώντανο, σαρκαστικό, σατιρικό και γενικότερα ρεαλιστικό βιβλίο του Κωνσταντίνου Πουλή είναι μια εύθυμη νότα στη χειμαζόμενη ελληνική λογοτεχνία, είναι μια πεζογραφική πινελιά που αφήνει ανεξίτηλο το στίγμα της στο απαιτητικό αναγνωστικό κοινό. Πράγματι, η εν λόγω συλλογή διηγημάτων έχει καθαρό στόχο την ικανότητα ή την ανικανότητα ορισμένων ηρώων, την απίστευτα μεγάλη έφεσή τους να προσαρμοστούν σε συνθήκες συναγερμού, την ιδιαίτερη εμμονή της να μιλήσει με εικόνες που προκαλούν ευθυμία και γέλιο, και τέλος, την παράξενη και ιδιότροπη ευκρίνεια, η οποία και στρέφεται προς την πλήρη καταρράκωση όλων των λογοτεχνικών πυλώνων που στηρίζουν μιαν αξιόλογη προσπάθεια αφηγηματικού λόγου. Διότι, η αφηγηματικότητα είναι το κύριο χαρακτηριστικό του έργου, καθώς οι ιστορίες παρουσιάζονται σαν παραμύθι που κυλάει αβίαστα, που προχωράει χωρίς εμπόδια οργώνοντας την ανθρώπινη περιέργεια, που τροφοδοτεί άπειρα φανταστικά σημάδια, στην απόπειρά τους να γίνουν πιστευτά, τέλος, που διακονεί τμήματα μιας ανυπεράσπιστης ιδιότητας σχεδόν προφορικού λόγου, τέτοιας απλότητας, και ως γλωσσική εκφορά και ως θεματολογία αλλά και ως ατμόσφαιρα και ύφος.
Ο δέκτης δέχεται αυτή την εκφραστική δωρεά του πεζογράφου, διατρέχει σχεδόν απνευστί τις σελίδες, γιατί ο ίδιος τον ωθεί σε μια τέτοια πρόσληψη και, τέλος, απολαμβάνει μύθους που, παρά το λογοτεχνικό ψεύδος, οριοθετούν ρεαλιστικά συμβάντα και πραγματικά βιωματικά γεγονότα της καθημερινότητας.
Πιάνομαι από τις τελευταίες λέξεις και λέω, λοιπόν, πως έχουμε μπροστά μας ένα εντελώς απλό, λιτό και πανεύκολο βιβλίο στην κατανόησή του. Ο συγγραφέας –αυτό είναι κάτι παραπάνω από εμφανές– δεν επιθυμεί να δυσκολέψει κανέναν, το αντίθετο, θέλει να περάσει τα μηνύματά του με τρόπο ανώδυνο, καυστικό, χιουμοριστικό, σε μια προσπάθεια ακόμη και τα τραγικά ή δραματικά του στοιχεία να αποτελούν μέρος μιας παράθεσης εντελώς χαλαρής, εντελώς ελαφράς. Ο δέκτης δέχεται αυτή την εκφραστική δωρεά του πεζογράφου, διατρέχει σχεδόν απνευστί τις σελίδες, γιατί ο ίδιος τον ωθεί σε μια τέτοια πρόσληψη και, τέλος, απολαμβάνει μύθους που, παρά το λογοτεχνικό ψεύδος, οριοθετούν ρεαλιστικά συμβάντα και πραγματικά βιωματικά γεγονότα της καθημερινότητας. Ακόμη όμως και στις περιπτώσεις που κάτι είναι σαφέστατα αναληθές, η εκφορά παραπέμπει σε εφήμερα –και γι' αυτό ενδιαφέροντα– χαρακτηριστικά μιας προσωπικής ή ατομικής διακειμενικής συνειδητότητας. Έτσι, η γλώσσα των κειμένων του Πουλή, που δεν διαφέρει από ένα λογοτεχνίζον πόνημα σε σοβαρή εφημερίδα με ευφάνταστο μότο, δρομολογεί την παρουσία της σηματοδοτώντας προς κυριολεκτικώς χαμηλόφωνους και μυθοποιητικούς αναγνωρίσιμους κάβους, που προωθούν όσο τίποτα την ούτως ή άλλως χαλαρή υπόθεση. Ενώ, συνεπικουρούμενη από μια ατμόσφαιρα και ένα ύφος κοινά σε όλα τα διηγήματα, σφραγίζει το όνειρο του πεζογράφου να γίνει αποδεκτός, αγαπητός και ουσιαστικός, μέσα από μια δημιουργία που πρεσβεύει το απόλυτα συνεπές με την όμορφη διάθεση, το σημαντικά αφομοιωμένο και το αυθόρμητα ταυτόσημο.
Δεν είναι του γούστου μου να διαλέγω διηγήματα ως τα «καλύτερα» του τόμου, αυτή τη φορά όμως και λόγω της ιδιομορφίας του έργου, κατά παρέκκλιση, θα το κάνω: κατ' αρχάς, λοιπόν, ξεχωρίζει το διήγημα «Το χιλιόμετρο μηδέν» ως φιλοσοφία και πρακτική (αφιερωμένο μάλιστα στη μνήμη του φίλου μας πεζογράφου Πέτρου Κουτσιαμπασάκου). Στη συνέχεια συνεπαίρνουν τα «Θρίαμβος», «Έρως ανεπίκαιρος», «Ο Λεονάρντο ντι Κάπριο των Εξαρχείων», «Κάμπινγκ στην πλατεία Συντάγματος», «Το κάθισμα του Τζαγκάναθ Σάνκερσεθ» και η έξοδος «Ο θερμοστάτης». Ουσιαστικά, δηλαδή, σχεδόν το σύνολο. Και επιπλέον, εφόσον ένα βιβλίο δεν παρουσιάζει σημεία απόκλισης ως προς την ποιότητά του από κομμάτι σε κομμάτι, όλα συγκλίνουν στο γεγονός πως η τρομερή απόδειξη ίσως δεν είναι πάντα το πόσο μακριά μπορεί να φτάσει, αλλά το πόσος χρόνος θα μας πάρει για να το ξεχάσουμε – παρά το εμβληματικό εξάμηνο, που η επιστήμη μάς δίνει, ακόμη και για κάτι που μας συντάραξε αναγνωστικά. Και πιστεύω πως θα αργήσουμε πολύ. Τέλος, εντύπωση μεγάλη προκαλούν ατάκες, ιδίως στο «Χιλιόμετρο μηδέν» αλλά και σε άλλα, που όλοι συζητάμε μεταξύ μας, όλοι γνωρίζουμε και όμως ελάχιστοι μεταφέρουμε στο χαρτί, ακόμη και για να διεκτραγωδήσουμε ένα βαρύ ιατρικό περιστατικό.
Δεν χρειάστηκε δεύτερη ανάγνωση των διηγημάτων του Θερμοστάτη, γιατί είναι τόσο προφανή που εντυπώνονται στο θυμικό ακαριαία. Έτσι, η πρώτη παρουσία του Κωνσταντίνου Πουλή στη μικρή φόρμα ακτινογραφεί ό,τι καλύτερο και ο ίδιος αλλά κι εμείς ως αναγνώστες μπορούσαμε να φέρουμε στην επιφάνεια, ιδίως όταν έχει βάση σε παλιές και θρυλικές εποχές.

Δημοσιεύτηκε στο diastixo.gr.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου