Σκηνή 6η
(Πανδοχείο της Ελβίρας)
Πλύστρα: Με έστειλε η Δόνα Άννα να πάρω αλεύρι, έχεις;
Ελβίρα: Πως, έχω. Τι το θέλει;
Πλύστρα: Να φτιάξει λουκουμάδες.
Ελβίρα: Μαλιστα.
Πλύστρα: Με μέλι, πολύ μέλι. Τοσο μέλι πια, δεν θα ξέρουμε που να το βάλουμε.
Ελβίρα: Γιατί καλέ, τόσο μέλι;
Πλύστρα: Δεν το ξέρεις; Άμα πέσει ο άνθρωπος μέσα στο μέλι, ποιός να τον σώσει μετά.
Ελβίρα: Τρελάθηκες παιδί μου, τι λες;
Πλύστρα: Ο προκομμένος σου ντε, ο νοικάρης σου.
Ελβίρα: Τι;
Πλύστρα: Το μέλι! Δεν τους μαζεύουμε. Όλη η γειτονιά το ξέρει, μόνο εσύ δεν τα 'μαθες; Λένε του Δον Κάρλου να σκύβει για να περνάει από τις πόρτες.
Ελβίρα: Α, σιγά καλέ, για όλους έτσι λένε, αυτά ακούς; Δεν νομίζω.
Πλύστρα: Εγώ νομίζω όμως, γιατί της πλένω τα ρούχα, κι αυτά που δεν τα ξέρει ο διάολος, τα ξέρει ο λεκές στο φουστανάκι.
Ελβίρα: Καλά, από πότε;
Πλύστρα: Από τότε που την είδε. Ερωτεύτηκε, τρομάρα του, κρίμα τον καρδιοκατακτητή, σαν το κεράκι λειώνει για την κυρά μου.
Ελβίρα: Κι αυτή;
Πλύστρα: Αυτή ήταν πολύ δύσκολη, το πρώτο απόγευμα. Μετά της πέρασε.
Ελβίρα: Δεν νομίζω, η Δόνα Άννα τον αγαπάει τον Δον Καρλο.
Πλύστρα: Πως, τον αγαπάει... κι αυτόν. Τι να τον κάνεις όμως και τον άλλον που είναι γλυκοτσούτσουνος. Όπου το ρίξει μια φορά, μετά έχουμε δράματα.
Ελβίρα: Δηλαδή έχει γίνει, σίγουρα;
Πλύστρα: Δεν ξέρω, μπορεί να συναντιούνται, να γδύνονται, να τρίβονται και μετά να σταματάνε για χάρη του Δον Καρλου, δεν ξέρω.
Ελβίρα: Μα αυτός έχει προβλήματα, κυνηγημένος έφυγε από κει που ήταν, νομίζεις ότι έχει όρεξη τώρα για τέτοια;
Πλύστρα: Προβλήματα; Πρόβλημα για τον Δον Ζουάν είναι άμα ξυπνήσει ένα πρωί και δεν του σηκώνεται. Όλα τα άλλα είναι σαν το φούσκωμα απ' το στιφάδο. Κοιμάσαι και περνάνε. Το πολύ να έχεις λίγα αέρια.
Ελβίρα: Καλά, και το ξέρουν όλοι αυτό;
Πλύστρα: Για τα αέρια;
Ελβίρα: Για την Δόνα Άννα.
Πλύστρα: Όχι όλοι. Ο Μαρίνος, ο τυφλός, που μένει δίπλα στον παπά και δεν βγαίνει από το τσαγκαράδικο, μπορεί να μην το ξέρει. Οι υπόλοιποι όμως το ξέρουν. Μονο εσύ, απ' το πολύ σερβίρισμα ξέχασες να ανοίξεις τα μάτια σου. Δε μου λες, εσένα δεν σε έχει κανονίσει;
Ελβίρα: Κλείσ' το στόμα σου παιδάκι μου.
Πλύστρα: Αφού ξέρω ότι στα γούστα του είσαι, δύο χέρια, δύο πόδια, πως του ξέφυγες; Έχει λέει έναν κατάλογο, που τον κρατάει ο άλλος ο βλαμμένος, και τις περνάει όλες εκεί, άμα τις αυτώσει. Λοιπόν φεύγω τώρα, άργησα. Να σου πω, άμα δεν ήμουν παντρεμένη, θα του την έκανα κι εγώ την χάρη. Αλλά ο δικός μου είναι θρεφτάρι, δεν έχω παράπονο. Τι, έτσι δεν είναι; Ο άνδρας είναι να κάνει καμιά δουλειά και να λαδώνει τον μεντεσέ. Άμα δεν λαδώσει ο άνδρας, θα λαδώσει ο γείτονας. Λοιπόν, άντε, πολλά είπαμε. Σ' αφήνω τώρα. Α, κατά φωνή κι ο βλαμμένος! (Μπαίνει ο Λεπορέλλος)
Λεπορέλλος: Μηπως έπλυνες τα ρούχα του Δον Ζουάν; Με έστειλε να τα πάρω.
Ελβίρα: Γιατί, δεν θα έρθει απόψε;
Λεπορέλλος: Όχι, είναι γιορτή απόψε.
Πλύστρα: Τι γιορτη;
Λεπορέλλος: Του Αη Γιώργη του καβαλάρη!
Ελβίρα: Λεπορέλο κέφια έχεις κι εσύ; Που θα πάει, σου είπα.
Λεπορέλλος: Δεν μπορώ να πω. Εγώ είμαι ο έμπιστός του, ο υπασπιστής του, δεν μπορώ να λέω τα μυστικά του αριστερά-δεξιά. Αλλά κάποιο κρεββατάκι θα στενάξει απόψε και κάποιος θα ψηλώσει λίγο ακόμη, απ' το μπόι που παίρνεις απ' τα μαλλιά και πάνω.
Ελβίρα: Τι, θα πάει στην Δόνα Άννα ε;
Λεπορέλλος: Καλά, εκεί έμεινες; Όχι. Τετάρτη σήμερα, λείπει ο Μαζέττος.
Ελβίρα: Μαλιστα, στην Λαουρα...
Πλύστρα: Καλά βρε παιδί μου, τι τους κάνει, μπορείς να μου πεις;
Λεπορέλλος: Το αφεντικό μου είναι πολύ μορφωμένο, αυτό αρέσει. Εγώ, παρ' ότι στην εμφάνιση δεν υστερώ, δεν ξέρω να λέω αυτά για τους συγγραφείς, που λέει άλλα ο ένας και άλλα ο άλλος και στο τέλος μπερδεύεσαι και κάνεις ο,τι σου πουν- αυτά.
Πλύστρα: Δηλαδή σαν τι τους λέει και τις ρίχνει;
Λεπορέλλος: Να, για παράδειγμα, εγώ άμα ήθελα να πω σε μια γυναίκα ότι θα την αγαπάω για πάντα, θα της έλεγα ότι θα την αγαπάω για πάντα. Ο Δον Ζουάν την κοιτάζει με ένα βλέμμα πολύ σοβαρό -δεν μπορώ να το πετύχω τώρα, κάπως έτσι- και της λέει: «όσο τα αστέρια θα είναι αστέρια και τα δέντρα θα είναι δέντρα, σου ορκίζομαι πως και η αγάπη μου θα είναι αγάπη». Και παφ! πέφτουν κάτω ξερές.
Πλύστρα: Σιγά Λεπορέλο, παρά λίγο να ταβλιαστώ κι εγώ, φαντάσου, και από δεύτερο χέρι. Εσύ δεν έχεις μάθει κανένα κόλπο, τόσον καιρό;
Λεπορέλλος: Τι, τέτοια με γυναίκες;
Πλύστρα: Ναι.
Λεπορέλλος: Όχι, δεν ήθελα. Μου έχει πει να με μάθει, αλλά εμένα δεν με νοιάζει, γιατί είμαι παντρεμένος, και η γυναίκα μου έχει και βαρύ χέρι.
Ελβίρα: Κρίμα, θα μας τάλεγες κι εμάς, να ξέρουμε να φυλαγόμαστε.
Λεπορέλλος: Μπα, πως να φυλαχτείς, αυτός τρυπώνει εκεί που δεν το περιμένεις, και ώσπου να καταλάβεις από που σούρθε έχει εξαφανιστεί.
Πλύστρα: Για λέγε τώρα, οι κατσαρομάλλες του αρέσουν;
Λεπορέλλος: Του αρέσουν.
Ελβίρα: Οι σγουρομάλλες;
Λεπορέλλος: Του αρέσουν.
Πλύστρα: Οι ισιομάλλες;
Λεπορέλλος: Του αρέσουν.
Πλύστρα: Και ποιές αφήνει για σένα;
Λεπορέλλος: Για μένα, τι να τις κάνω εγώ;
Πλύστρα: Έλα τώρα, δεν τσιμπολογάς κάτι κι εσύ; Δεν μπορεί, τόσο ωραίο αγόρι.
Λεπορέλλος: Αφού σας είπα, δεν τα κάνω εγώ αυτά, αφήστε με.
Εργάρα! Θριαμβικός Δον Ζουάν...
ΑπάντησηΔιαγραφή